http://www.themilitant.com/2017/8101/810153.html
Της Έμα Τζόνσον
Οι προεδρικές εκλογές στις 4 Δεκέμβρη στην Αυστρία και το δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του συντάγματος στην Ιταλία επιβεβαιώνουν ό,τι έχουν δείξει και το δημοψήφισμα για το Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο και η εκλογική νίκη του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Υπάρχει μια όλο και ευρύτερη συζήτηση και αυξανόμενη οργή μεταξύ των εργαζόμενων για τις ολέθριες συνέπειες της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, και κανένα κόμμα που θέλει να κερδίσει τις εκλογές δεν μπορεί να το αγνοεί.
Τα αποτελέσματα αυτών των εκλογών υπογραμμίζουν επίσης το γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν να συγκροτηθεί η Ευρώπη ως μια νέα υπερεθνική καπιταλιστική υπερδύναμη. Αυτό όμως προσπάθησαν επί δεκαετίες να κάνουν οι κυρίαρχοι καπιταλιστές της ηπείρου. Πίεζαν για μια «όλο και στενότερη ένωση» –δεδηλωμένος στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα συγκρουόμενα συμφέροντα των αντίπαλων κυρίαρχων καπιταλιστικών οικογενειών κάθε ευρωπαϊκού έθνους-κράτους διαλύουν την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν, πρώην ηγέτης του Κόμματος των Πρασίνων, κέρδισε τις εκλογές κατά του Νόρμπερτ Χόφερ του δεξιού Κόμματος των Ελευθέρων. Ο Βαν ντερ Μπέλεν είπε ότι πρόκειται να είναι ένας «ευρωπαϊστής πρόεδρος της Αυστρίας, ανοιχτός στον κόσμο», αλλά τόνισε ότι, «Εκεί που διαφωνώ είναι η άρση των παλαιών συνόρων». Οι Πράσινοι προβάλλουν τον εαυτό τους ως ένα αντικαθεστωτικό κόμμα, το οποίο τάσσεται κατά των «άδικων εμπορικών συμφωνιών», των «ιδιωτικοποιήσεων, και της εξουσίας των εταιρειών».
Οι υποψήφιοι του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος Αυστρίας υπέστησαν πανωλεθρία στον πρώτο γύρο των εκλογών, αντικατοπτρίζοντας τον αντίκτυπο που έχει στους εργαζόμενους η αυξανόμενη ανεργία και η μαζική εισροή προσφύγων. Είναι η πρώτη φορά μετά από 70 χρόνια που κανένα από τα δύο αυτά κόμματα δεν θα έχει τη θέση του προέδρου της χώρας.
Οι επαναληπτικές εκλογές τον Μάη ακυρώθηκαν λόγω ατασθαλιών στην καταμέτρηση των ψήφων. Στον δεύτερο γύρο, ο Βαν ντερ Μπέλεν αύξησε τα περιθώρια νίκης του από 30.000 σε 300.000 ψήφους. Κεντρικό ζήτημα στην προεκλογική του εκστρατεία ήταν η ψήφος για το Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έλεγε ότι ο Χόφερ θα οδηγούσε την Αυστρία εκτός Ευρώπης και ότι οι ψηφοφόροι δεν πρέπει «να παίζουν με αυτή τη φωτιά».
Η Αυστρία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αγορές της Γερμανίας και της Ιταλίας για τις εξαγωγές της. Αλλά η Βιέννη έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόλις το 1994 και υποστηρίζει μια ενιαία αγορά για εμπορικές συναλλαγές και όχι μια «όλο και στενότερη» πολιτική ή στρατιωτική ένωση. Ούτε είναι μέλος του ΝΑΤΟ.
Το Κόμμα των Ελευθέρων έχει ρίξει τους τόνους όσο αφορά την αντίθεσή του στη συμμετοχή της Αυστρίας στην ΕΕ, αντιμέτωπο με τα γκάλοπ που δείχνουν κάπου δύο τρίτα του πληθυσμού υπέρ της παραμονής στην ΕΕ.
Ο Χόφερ διεξήγαγε μια καμπάνια με σύνθημα «πρώτα η Αυστρία». Επικεντρώθηκε στον καθορισμό και την υπεράσπιση της αυστριακής «ταυτότητας», βάζοντας στο στόχαστρό του τη μετανάστευση γενικά και τους μουσουλμάνους ειδικότερα. «Το Ισλάμ δεν αποτελεί κομμάτι των αξιών μας», δήλωσε στο BBC.
Πέρυσι, πάνω από 90.000 πρόσφυγες και άλλοι μετανάστες κατέφθασαν στη χώρα, η οποία έχει πληθυσμό λιγότερα από εννέα εκατομμύρια ανθρώπους. Από τότε μέχρι και σήμερα υπάρχει γύρω από αυτό μια διαμάχη και μια πόλωση που βρίσκεται στο επίκεντρο της αστικής πολιτικής. Τον Φλεβάρη η κυβέρνηση οργάνωσε μια σύσκεψη αξιωματούχων από πέντε βαλκανικές χώρες, μεταξύ των οποίων και που δεν είναι μέλη της ΕΕ. Αποφάσισαν να λάβουν μέτρα με τα οποία ουσιαστικά έκλεισαν αυτό τον δρόμο διαφυγής των προσφύγων από τη Μέση Ανατολή στην Ευρώπη.
Ιταλία: Καμία εμπιστοσύνη στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι προώθησε το δημοψήφισμα στην Ιταλία στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της αυξανόμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης της χώρας επιβάλλοντας «μεταρρυθμίσεις» στα εργασιακά για την υλοποίηση των οποίων πιέζουν το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες ώστε να κάνουν το ιταλικό κεφάλαιο «πιο ανταγωνιστικό».
Οι εργαζόμενοι έδωσαν συντριπτική ψήφο «μη εμπιστοσύνης» στην κυβέρνηση του Ρέντσι και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Ρέντσι βρέθηκε βαριά ηττημένος και στον βιομηχανικό Βορρά και στον αγροτικό Νότο.
Οι εργαζόμενοι στην Ιταλία είναι μεταξύ εκείνων που η καπιταλιστική κρίση έχει πλήξει περισσότερο. Από το 2008, η βιομηχανική παραγωγή της χώρας σημείωσε μια πτώση 25%. Οι μισθοί βρίσκονται κάτω από το επίπεδο που ήταν πριν δέκα χρόνια και η ανεργία μεταξύ της νεολαίας φτάνει σχεδόν στα 40%. Η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας βρίσκεται στο χείλος της χρεοκοπίας. Οι γραφειοκράτες της ΕΕ στις Βρυξέλλες και οι αντιπρόσωποι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου φοβούνται ότι μια τραπεζική κατάρρευση στη Ρώμη θα επεκταθεί σε όλη την ήπειρο.
Πολλοί εργαζόμενοι θεωρούν ότι για την ολοένα και βαθύτερη κρίση που αντιμετωπίζουν φταίει η απόφαση της ιταλικής κυβέρνησης το 1999 να υιοθετήσει το ευρώ, αφαιρώντας έτσι την επιλογή της άρχουσας τάξης να υποτιμήσει το νόμισμα της Ιταλίας ώστε να γίνονται φτηνότερα και πιο ανταγωνιστικά τα προϊόντα των εξαγωγών της. Πολλοί φοβούνται ότι θα έχουν την τύχη των εργατών και αγροτών της Ελλάδας, όπου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κυρίαρχοι καπιταλιστές του Βερολίνου απαιτούν βαθιές περικοπές στους μισθούς και στην κοινωνική ασφάλιση ως προϋπόθεση για δάνεια και για διάσωση τραπεζών που ωφελούν τους καπιταλιστές κυρίαρχους της χώρας.
Το Κίνημα Πέντε Αστέρων, το κόμμα που ηγήθηκε την καμπάνια του «όχι», ιδρύθηκε πριν από επτά χρόνια από έναν αριστερό κωμικό και έναν διευθυντή εταιρείας πληροφορικής. Αυτοπροβάλλεται ως κόμμα εκτός κατεστημένου. Το Κίνημα πήρε το 25% των ψήφων στις γενικές εκλογές του 2013 και κέρδισε τις δημοτικές εκλογές στη Ρώμη και το Τορίνο. Η Λίγκα του Βορρά, ένα δεξιό κόμμα που έκανε καμπάνια κατά του δημοψηφίσματος και είναι υπέρ της αποχώρησης από το ευρώ, λαμβάνει 16% στις δημοσκοπήσεις.
Μετά την ήττα του, ο Ρέντσι υπέβαλε την παραίτησή του. Γενικές εκλογές πιθανώς να γίνουν σύντομα. Γενικές εκλογές έχουν επίσης προγραμματιστεί στη Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Η οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις της μαζικής μετανάστευσης θα βρεθούν στο επίκεντρο αυτών των εκλογών.
Στις 8 Δεκέμβρη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε, αρχίζοντας από τον Μάρτη, τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιστρέφουν τους πρόσφυγες στην Ελλάδα, όπου πάνω από 62.000 άνθρωποι έχουν ήδη παγιδευτεί σε ελεεινές κατασκηνώσεις.
Η καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ έχει σταματήσει να υποδέχεται τους μετανάστες. Ελπίζει ότι στέλνοντας πίσω τους πρόσφυγες θα εξασφαλίσει την εκλογική νίκη και μια τέταρτη θητεία ως καγκελάριος. Σίγουρα όμως θα τροφοδοτήσει περαιτέρω αντιγερμανικά πολιτικά ρεύματα κατά της ΕΕ στην Ελλάδα και στην Ιταλία, δύο από τις κύριες εισόδους των προσφύγων από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.